Περιφερική αρτηριακή νόσος - Διαλείπουσα χωλότητα
Τι είναι
Η περιφερική αρτηριακή νόσος, ΠΑΝ (ή περιφερειακή αρτηριακή αγγειοπάθεια) αποτελεί συχνότατη νόσο και η συχνότητά της αυξάνεται δραματικά όσο αυξάνει η ηλικία. Εμφανίζεται περίπου στο 7% σε άτομα ηλικίας άνω των 60 ετών και στο 15% των ενηλίκων άνω των 70 ετών. Η νόσος προκαλείται από την σταδιακή εναπόθεση αθηρωματικών πλακών και επασβεστώσεων στις αρτηρίες των άκρων και αφορά κυρίως αγγεία των κάτω άκρων. Οι πλάκες αυτές δημιουργούν στενώσεις και αποφράξεις των αγγείων και προκαλούν έτσι προβλήματα στην αιμάτωση των ιστών.
Συμπτώματα
Η νόσος μπορεί να παραμείνει ασυμπτωματική για μεγάλο χρονικό διάστημα. Το πρώτο και πρώιμο σύμπτωμα είναι η λεγόμενη διαλείπουσα χωλότητα, πόνος δηλαδή ή κράμπες στις γάμπες, τους μηρούς ή τους γλουτούς κατά την βάδιση. Η απόσταση βαδίσματος μετά από την οποία εμφανίζεται ο πόνος διαφέρει αναλόγως της σοβαρότητας της νόσου και μειώνεται σταδιακά όσο η νόσος εξελίσσεται, με αποτέλεσμα ο ασθενής σε προχωρημένα στάδια να μην μπορεί να περπατήσει παρά μόνο για λίγα μέτρα.
Σε ακόμα πιο σοβαρή νόσο, ο πόνος εμφανίζεται ακόμα και σε ηρεμία, π.χ. κατά την διάρκεια του ύπνου ξυπνώντας τον ασθενή. Εάν παραμεληθεί περαιτέρω η νόσος, η αιμάτωση των ιστών ελαττώνεται σε τέτοιο βαθμό, ώστε εμφανίζονται έλκη και πληγές στα κάτω άκρα, που μπορεί τελικά να οδηγήσουν σε γάγγραινα. Αυτές οι σοβαρότερες μορφές της νόσου ονομάζονται κρίσιμη ισχαιμία των άκρων.
Περιφερική αρτηριακή νόσος - Κρίσιμη ισχαιμία των άκρων
Πώς γίνεται η διάγνωση
Η διάγνωση γίνεται με την κλινική εξέταση και επιβεβαιώνεται μέσω απεικονιστικών μεθόδων, όπως υπερηχογράφημα, αξονική ή και μαγνητική τομογραφία. Λόγω των σημαντικών μακροχρόνιων επιπτώσεων της νόσου είναι σημαντικό να εντοπίζονται οι ασθενείς που πάσχουν, ακόμα και εάν είναι ασυμπτωματικοί, ώστε να γίνονται τα απαραίτητα θεραπευτικά βήματα για την αποφυγή της εξέλιξης της νόσου σε σοβαρά στάδια.
Bασική αρχή για την αντιμετώπιση της διαλείπουσας χωλότητας και την αποφυγή επιπλοκών είναι η εφαρμογή της βέλτιστης συντηρητικής θεραπείας (best medical treatment).
Θεραπεία
Η αντιμετώπιση ασθενών με διαλείπουσα χωλότητα σήμερα περιλαμβάνει την βέλτιστη συντηρητική θεραπεία (best medical treatment) καθώς και την χειρουργική παρέμβαση, η οποία έχει ένδειξη στις πιο σοβαρές μορφές της νόσου.
Ως βέλτιστη συντηρητική θεραπεία ονομάζουμε τις παρεμβάσεις που έχουν ως στόχο την λεγόμενη βελτίωση του καρδιαγγειακού προφίλ του ασθενούς και είναι:
- ενθάρρυνση του ασθενούς για σωματική άσκηση (περπάτημα 30 λεπτών την ημέρα), ελάττωση σωματικού βάρους και αλλαγή των διατροφικών συνηθειών
- άμεση διακοπή του καπνίσματος
- αντιαιμοπεταλειακοί παράγοντες, όπως ασπιρίνη ή κλοπιδογρέλη, ανάλογα με το προφίλ κινδύνου του ασθενούς
- αυστηρός έλεγχος της υπέρτασης (<140/90 mmHg για μη διαβητικούς, <120/80 mmHg για διαβητικούς)
- αυστηρός γλυκαιμικός έλεγχος με μείωση του ποσοστού της γλυκοζυλιωμένης αιμοσφαιρινης (HbA1c) στο 7% ή και λιγότερο, ανάλογα και πάλι με το προφίλ κινδύνου του ασθενούς
- βελτίωση του λιπιδαιμικού προφίλ με ελάττωση της LDL-C κάτω από 70 mg/dl ή ελάττωση του επιπέδου κατά τουλαχιστον 50%, εάν η αρχική τιμή κυμαίνεται μεταξύ 70 και 135 mg/dl.
Πότε πρέπει να χειρουργηθώ?
Όταν η συντηρητική αγωγή δεν επαρκεί για την βελτίωση των συμπτωματων του ασθενούς, έχει ένδειξη η χειρουργική αντιμετώπιση. Η χειρουργική παρέμβαση σήμερα είναι καταρχήν η ενδαγγειακή θεραπεία, περιλαμβάνει δηλαδή την διάνοιξη των στενώσεων και αποφράξεων των αγγείων με την βοήθεια ελάχιστα επεμβατικών τεχνικών (καθετήρων, stents). Η αγγειοχειρουργική έχει σημειώσει σημαντικές εξελίξεις τα τελευταία χρόνια σε αυτόν τον τομέα, ώστε πλέον σχετικά λίγες περιπτώσεις να μην μπορούν να αντιμετωπιστούν με αυτές τις μεθόδους.
Σε ειδικές περιπτώσεις αποφράξεων, π.χ. σε απόφραξη στην διακλάδωση των αγγείων στην βουβωνική περιοχή έχει ένδειξη η ανοιχτή χειρουργική αποκατάσταση μέσω ενδαρτερεκτομής, η οποία μπορεί πολύ συχνά να συνδυαστεί με ενδαγγειακές τεχνικές (υβριδικό χειρουργείο).
Stent